Σύντομα, οι πάντες στο καταφύγιο κρατούσαν ο
ένας το χέρι του άλλου, και η ομάδα των Γερμανών στεκόταν σ’ έναν άμορφο κύκλο.
Τα κρύα χέρια έλιωσαν μέσα στα ζεστά, και σε μερικές περιπτώσεις, η αίσθηση
ενός άλλου ανθρώπινου σφυγμού μεταφέρθηκε σ’ αυτά… Μερικοί από αυτούς έκλειναν
τα μάτια τους, περιμένοντας το θάνατό τους ή ελπίζοντας σε ένα σημάδι πως η
επιδρομή είχε επιτέλους τελειώσει.
Άξιζαν κάτι περισσότερο αυτοί οι άνθρωποι;[1]
Σε αυτήν την ιδιαίτερη αφήγηση που
κάνει ο Θάνατος, ο συγγραφέας παρουσιάζει τη Λίζελ, ένα κορίτσι που βρίσκεται
μεταξύ της παιδικότητας και της εφηβείας.Καταφτάνει στο σπίτι των θετών γονιών
της σε μια φανταστική πόλη της Γερμανίας, το Μόλχινγκ. Ο Χανς και η Ρόζα Χούμπερμ
αναναλαμβάνουν τη φροντίδα της, ενώ ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος μαίνεται.
Το κορίτσι φτάνει στη νέα της ζωή με
ένα εγχειρίδιο ενός νεκροθάφτη στα χέρια, που αδυνατεί να διαβάσει. Με τον θετό
της πατέρα, τον Χανς, θα αρχίσει να μαθαίνει γραφή κι ανάγνωση και η ζωή της θα
αλλάξει άρδην. Θα γνωρίσει έναν νέο φίλο, τον Ρούντι, θα πηγαίνει στο σχολείο
και η καθημερινότητα θα γίνει πιο ανεχτή, παρά το κλίμα φόβου που καλλιεργείται
ακόμα κι ανάμεσα στους απλούς πολίτες της Γερμανίας από την αυταρχικότητα του
Χίτλερ και του στρατού.
Ώσπου ένας νεαρός, ο Μαξ, θα βρει
κι εκείνος καταφύγιο στο σπίτι που φιλοξενεί τη Λίζελ και η οικογένεια θα κάνει
ό,τι μπορεί, ώστε ο διωκόμενος Εβραίος να μη συλληφθεί από τους ναζιστές. Η
Λίζελ θα δεθεί σταδιακά και με τον Μαξ, καθώς η αγάπη της για τα βιβλία θα
γιγαντώνεται και η κατάσταση θα γίνεται ολοένα και πιο ριψοκίνδυνη.
Όσο ο συγγραφέας καλύπτει πολλά
γεγονότα που σημάδεψαν τη Γερμανία εκείνη την περίοδο, η Λίζελ στιγματίζεται
από τη βιαιότητα της καύσης των βιβλίων σε στοίβες στους δρόμους κι αυθόρμητα
κλέβει ένα βιβλίο και η ανάγκη της να διαβάζει και να διατηρεί τα γραπτά, θα
την οδηγήσουν στο να κλέβει βιβλία μέχρι κι από το σπίτι του δημάρχου.
Κι ενώ οι βόμβες πέφτουν και οι
άνθρωποι τρέχουν τα βράδια άρον άρον στα καταφύγια, οι συλλήψεις των Εβραίων
και οι εκτελέσεις όσων τους καλύπτουν συνεχίζονται με αμείωτους ρυθμούς, ο
κόσμος πεινάει και δεν αντέχει πια τη μανία του πολέμου, η Λίζελ θα προσπαθήσει
να μη χάσει την παιδική της αθωότητα. Όμως σε έναν κόσμο που ο Θάνατος
καραδοκεί και μπορεί να αρπάξει την ψυχή οποιουδήποτε ανά πάσα στιγμή, πόσο
εύκολο είναι για ένα μικρό κορίτσι να παραμείνει παιδί;
Ο Μάρκους Ζούσακ γράφει ένα από τα
πιο όμορφα βιβλία που περιγράφουν τα σκοτεινά χρόνια εκείνου του πολέμου. Οι
χαρακτήρες του δίνουν μαθήματα ζωής κι ελευθερίας κι αποδεικνύουν πως μερικοί
άνθρωποι που προσέχουν ο ένας τον άλλον και που το μόνο που κάνουν είναι να
υπερασπίζονται όσους το χρειάζονται, μπορούν να γίνουν οικογένεια. Τα πάντα
είναι ρευστά, ίσως μερικοί να μην τα καταφέρουν, αλλά η ζωή συνεχίζεται κι όσοι
έδωσαν όλη τους την ψυχή και τις δυνάμεις στο να αγαπάνε και να προσφέρουν
ανιδιοτελώς, πάντα θα βρίσκουν την άκρη και ποτέ δε θα είναι μόνοι τους.
Η Λίζελ αποδεικνύει ότι η γνώση
είναι δύναμη, η δοτικότητα θάρρος, αλλά και η κλεψιά ορισμένες φορές
επιτακτική. Ο Ρούντι δείχνει πως δε χρειάζεται να έχει κάποιος θράσος για να
είναι γενναίος, αλλά μεγάλη καρδιά. Ο Μαξ έρχεται για να ενώσει τον Χανς και τη
Ρόζα που περιθάλπουν τη Λίζελ μαζί της. Ο Χανς υπάρχει ως πατέρας και μέντορας
της κοπέλας, ενώ η Ρόζα παραμένει εκείνη που κρατά τις ισορροπίες σε μια τόσο
εύθραυστη κοινωνία, για να καταφέρει να σώσει το σπίτι
της.
Ένα βιβλίο για όλες τις ηλικίες,
ένα μυθιστόρημα που προσφέρει απλόχερα μηνύματα ζωής και η συγκίνηση για την
προσπάθεια μερικών απλών και καθημερινών ανθρώπων να επιβιώσουν και να ζήσουν
αξιοπρεπώς μέσα σε μια χώρα που επικρατεί τόση τρομοκρατία είναι σίγουρο πως θα
κερδίσει τους αναγνώστες.
Ø Zusak Markus, Η Κλέφτρα των Βιβλίων,
μετάφραση: Κοντολέων Κώστια, Αθήνα, 2008.
Συντάκτης: Χάρης Μποϊντάς, φοιτητής Φιλολογίας
✔Για να μη χάσεις την επόμενη βιβλιοπρόταση, ακολούθησε και εσύ τώρα το @epi_pantos στο facebook/instagram.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου