Η μορφή και η σταδιοδρομία του Γναίου Μάρκιου Κοριολανού(Gnaeus Marcius Coriolanus) και η ιστορία ή καλύτερα ο μύθος που τον έχει περιβάλλει κεντρίζουν την προσοχή και το ενδιαφέρον όλων όσων, εξειδικευμένων ή μη, προσπαθούν να εξερευνήσουν και να γευτούν τον τόσο σαγηνευτικό, απολαυστικό και συνάμα μυστηριώδη μπουφέ του αρχαίου κόσμου. Ειδικότερα το πιάτο του Κοριολανού θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα γευστικό, αν σκεφτούμε πως ο ίδιος ο Shakespeare, αυτός ο καλόγουστος γευσιγνώστης του αρχαίου κόσμου, αποφάσισε να του αφιερώσει μια ολόκληρη τραγωδία του. Ποιός είναι, λοιπόν, αυτός ο Coriolanus και τι ιδιαίτερο θα μπορούσε να αποκομίσει ο σύγχρονος άνθρωπος που θα έρθει σε επαφή μαζί του, έστω και ακροθιγώς;
Ο Κοριολανός ήταν ένας Ρωμαίος αριστοκράτης και στρατηγός που έζησε και δραστηριοποιήθηκε μάλλον χονδρικά από το τελευταίο τέταρτο του 6ου αι.π.Χ. μέχρι και το πρώτο τέταρτο του 5ου αι.π.Χ. Η σύγχρονη έρευνα δυσκολεύεται να αποφανθεί αν η συγκεκριμένη φυσιογνωμία περιορίζεται μόνο στην σφαίρα του θρύλου ή αν υποβόσκει και ένα πραγματικό ιστορικό υπόβαθρο από πίσω. Σε κάθε περίπτωση, η ιστορία ή ο θρύλος που έχει δημιουργηθεί γύρω από το όνομά του είναι άξιος αναφοράς.
Βρισκόμαστε στη δεκαετία 500-490π.Χ. στην Ρώμη. Ο Κοριολανός έχει εξασφαλίσει χάρη την ανδρεία του και στις δεξιότητές του ως στρατηγός των ρωμαϊκών στρατευμάτων κάποια καταξίωση και αναγνώριση λόγω των πολεμικών του κατορθωμάτων ενάντια σε δύο γηγενή ιταλικά φύλη εχθρικά των Λατίνων, τους Ουόλσκους και τους Αίκουους. Έχουν περάσει λίγα χρόνια από μια πολύ σημαντική πολιτειακή αλλαγή για την ιστορία της Ρώμης: την πτώση και ανατροπή της μισητής βασιλείας και την μετάβαση στο πολίτευμα που το χαρακτήριζαν οι Ρωμαίοι Res Publica(ουσιαστικά πρόκειται για μετάβαση σε μια αριστοκρατική ολιγαρχία). Μπορεί η αρχή του ενός να έχει αντικατασταθεί από την αρχή των ολίγων, ωστόσο για την πλειονότητα του φτωχού ρωμαϊκού λαού, τους πληβείους, αυτό δεν είχε κάποιο ουσιαστικό και πρακτικό αντίκρυσμα. Οι κοινωνικές αντιθέσεις μεταξύ των πλούσιων αριστοκρατών, των πατρικίων, και των φτωχών πληβείων οξύνονται, ενώ οι αυθαιρεσίες των πρώτων εναντίον των δεύτερων συνεχίζονται. Έτσι, η τάξη των πληβείων αναλαμβάνει δράση και κατορθώνει ασκόντας πίεση στην τάξη των πατρικίων να αναγνωριστεί ένα νέο αξίωμα, οι δήμαρχοι, που έχουν ως σκοπό να προστατεύουν τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των πληβείων(494π.Χ.)
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες το 493-492 ξεσπάει μια επισιτιστική κρίση και ο ρωμαϊκός λαός υποφέρει από τον λιμό. Ο Κοριολανός ως άτεγκτος και άκρως συντηρητικός αριστοκράτης που ήταν αποφασίζει να εκμεταλευτεί την κρίση και προτείνει εκδικητικά στην Σύγκλητο, βασικό πολιτειακό όργανο της ρωμαϊκής πολιτείας, να διανεμηθεί σιτάρι στους πληβείους μόνο αν εκείνοι καταργούσαν το αξίωμα του δημάρχου και υποτάσσονταν πλήρως στην εξουσία των πατρικίων. Τότε οι πληβείοι που λιμοκτονούσαν εξαγρειώθηκαν. Υπήρξαν έντονες αντιδράσεις εκ μέρους τους με αποτέλεσμα ο Κοριολανός να εκδιωχθεί και κατόπιν δίκης εναντίον του να καταδικαστεί σε εξορία.
Τότε γεμάτος οργή και μίσος για την πατρίδα του καταφεύγει στους Ουόλσκους, εχθρούς της Ρώμης, συντάσσεται μαζί τους, καταφέρνει να τους πείσει να τον εμπιστευθούν και επιστρέφει επικεφαλής του στρατού τους εναντίον της Ρώμης. Αρχίζει να καταστρέφει και να λεηλατεί εδάφη που άνηκαν στην επικράτεια τη Ρώμης και να την πολιορκεί. Τότε είναι που με βάση τον μύθο και ορισμένες αρχαίες πηγές σε μια αποστολή πρεσβείας που είχε σταλεί για διαπραγμάτευση στον Κοριολανό ως ύστατη προσπάθεια συμμετείχαν η μητέρα του Βετούρια και η σύζυγός του Βολούμνια με τα παιδιά τους. Στη συνάντηση της με τον γιο και προδότη της πατρίδας της η Βετουρία φέρεται να είπε τα εξής:
«Επίτρεψέ μου, προτού με αγκαλιάσεις, να μάθω αν έχω έρθει σε εχθρό ή στον γιο μου, αν είμαι αιχμάλωτη ή η μητέρα σου στο στρατόπεδό σου. Σε τέτοιο σημείο με κατάντησε η μακροζωία και τα έρμα γηρατειά μου, ώστε να σε δω εξόριστο και ύστερα εχθρό; Πώς μπόρεσες να ερημώσεις αυτή τη γη που σε γέννησε και σε ανέθρεψε; Παρόλο που είχες έρθει εχθρικός και απειλητικός, δεν υποχώρησε η οργή σου όταν πατούσες τα σύνορα της πατρίδας σου; Δεν σου πέρασε η ιδέα, σαν είδες τη Ρώμη, πως"μέσα σε εκείνα τα τείχη βρίσκονται το σπίτι και οι θεοί μου, η μητέρα, η σύζυγος και τα παιδιά μου''; Αν λοιπόν εγώ δε σε είχα γεννήσει, η Ρώμη δε θα πολιορκούταν. Αν δεν είχα γιο, θα πέθαινα ελεύθερη σε ελεύθερη πατρίδα. Όμως εγώ πια τίποτα δε μπορώ να πάθω ούτε πιο αισχρό για σένα ούτε πιο θλιβερό για μένα και ούτε πρόκειται να ζήσω για πολύ, έτσι που είμαι η δύσμοιρη. Αυτούς που βλέπεις, όμως, αν συνεχίσεις τους περιμένει είτε πρόωρος θάνατος είτε μακροχρόνια σκλαβιά»
Μετά την παρέμβαση της μητέρας του ο Κοριολανός πείστηκε, έλυσε την πολιορκία και αποχώρησε με τα στρατεύματά του. Στη συνέχεια παραμένει σκοτεινό και συγκεχυμένο το τι απέγινε και ποια ήταν η κατάληξη που είχε. Ανεξάρτητα, όμως, από το τέλος του, το επεισόδιο αυτό που αφηγηθήκαμε, προερχόμενο από το έργο ενός Ρωμαίου ιστορικού, του ονομαζόμενου Τίτου Λίβιου(Ab urbe condida, 2.40) μπορεί να προσφέρει στον σύγχρονο αναγνώστη συγκίνηση ανάλογη με αυτή που τον κατακλύζει, όταν έρχεται σε επαφή με κείμενα όπως η Ιλιάδα και με σκηνές όπως ο αποχαιρετισμός του Έκτορα και της Ανδρομάχης στην Ζ ραψωδία.
Remember to follow in facebook/instagram @epi_pantos
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου